Παρασκευή 30 Αυγούστου 2013

Κρύβουν κινδύνους οι επιδιώξεις των ΗΠΑ


Του Αλέξανδρου Κούτση*



Προ ημερών, ο πρόεδρος Ομπάμα ανακοίνωσε προετοιμασίες για στρατιωτική επίθεση κατά της Συρίας, ισχυριζόμενος ότι το καθεστώς Ασαντ χρησιμοποίησε χημικά όπλα κατά του πληθυσμού του. Το εάν ο ισχυρισμός αυτός αληθεύει ή όχι είναι δευτερεύουσας σημασίας, δεδομένου ότι οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους είναι αποφασισμένοι να πραγματοποιήσουν την επίθεση χωρίς να περιμένουν το πόρισμα των επιθεωρητών του ΟΗΕ που διεξάγουν σχετική έρευνα στη Συρία.
Αρκετοί παράγοντες συνέβαλαν στην εξέλιξη αυτή. Πρώτον, ο Ομπάμα είχε ορίσει ως «κόκκινη γραμμή» τη χρήση χημικών όπλων από το καθεστώς Ασαντ, προειδοποιώντας ότι σε τέτοια περίπτωση θα επέμβει στρατιωτικά. Η δέσμευση τον αναγκάζει σήμερα να υποκύψει στις πιέσεις που δέχεται τόσο στο εσωτερικό όσο και από το εξωτερικό για άμεση δράση. Δεύτερον, ο εμφύλιος στη Συρία συνεχίζεται ανένδοτα και παρά τον εξοπλισμό της αντιπολίτευσης από δυτικές και αραβικές χώρες, ο Ασαντ συνεχίζει να ενισχύει τη θέση του στη χώρα, απομακρύνοντας το ενδεχόμενο της ανατροπής του. Τρίτον, οι ριζοσπαστικοί ισλαμιστές, οπαδοί της Αλ Κάιντα, φαίνεται να κυριαρχούν στους κύκλους τις αντιπολίτευσης και να προωθούν την ίδρυση ισλαμικού εμιράτου στις περιοχές που κατέχουν. Υπό το πρίσμα αυτό, η απομάκρυνση του Ασαντ προβληματίζει τις ΗΠΑ και τους συμμάχους τους διότι τότε θα έχουν να κάνουν με πολιτικές δυνάμεις που δεν είναι φιλικά προσκείμενες σε αυτούς. Τρίτον, ο εμφύλιος στη Συρία και η εμπλοκή της Χεζμπολάχ στο πλευρό του Ασαντ προκαλούν πολιτική αποσταθεροποίηση στον Λίβανο και πυροδοτούν μια σύγκρουση μεταξύ των σουνιτών και των σιιτών της χώρας.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η επικείμενη επίθεση δεν φαίνεται να προσβλέπει στην ανατροπή του Ασαντ ούτε στην πλήρη διάλυση των συριακών ένοπλων δυνάμεων. Οι ΗΠΑ απλώς θέλουν να δώσουν ένα μάθημα στον Ασαντ, να τον αποδυναμώσουν στρατιωτικά ώστε να ανατρέψουν την ισορροπία δυνάμεων μεταξύ αυτού και της αντιπολίτευσης και να τον σύρουν σε διαπραγματεύσεις για την προώθηση δημοκρατικών μεταρρυθμίσεων.
Η προσέγγιση αυτή εγκυμονεί πολλούς κινδύνους. Πρώτον, έπειτα από τέτοια επίθεση, δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι ο Ασαντ θα υποταχθεί στις επιθυμίες των ΗΠΑ. Αντίθετα, θα ισχυριστεί για άλλη μία φορά ότι οι ΗΠΑ στηρίζουν τους «τρομοκράτες» και θα εντείνει τον πόλεμο εναντίον τους. Δεύτερον, οι σχέσεις μεταξύ σιιτών και σουνιτών θα επιδεινωθούν στη Μέση Ανατολή και ιδίως στον Περσικό Κόλπο. Τρίτον, η επίθεση θα ενταφιάσει την αμερικανο-ρωσική προσπάθεια εξεύρεσης πολιτικής λύσης στο πλαίσιο της Συμφωνίας της Γενεύης του Ιουνίου 2012. Η επιδείνωση στις σχέσεις Μόσχας και Ουάσινγκτον μπορεί να οδηγήσει στην έναρξη ενός νέου Ψυχρού Πολέμου.
Ποια μπορεί να είναι η λύση, λοιπόν; Θα πρέπει οι δύο πλευρές να αναγκαστούν να αρχίσουν διαπραγματεύσεις πάνω σε έναν οδικό χάρτη που προβλέπει τη διεξαγωγή εκλογών για την ανάδειξη συντακτικής συνέλευσης, η οποία θα θεσπίσει νέο Σύνταγμα, που θα τεθεί σε δημοψήφισμα, μετά το οποίο θα διεξαχθούν νέες κοινοβουλευτικές εκλογές. Μέχρι σήμερα, η αντιπολίτευση αρνείται να συμμετάσχει σε διαπραγματεύσεις εάν πρώτα δεν παραιτηθεί ο Ασαντ. Καλό θα είναι η αποχώρηση του Ασαντ να αποτελεί το τελικό στάδιο του οδικού χάρτη και όχι την προϋπόθεση.
Αλλιώς η αιματοχυσία θα συνεχιστεί στη Συρία.


_______________
* Ομότιμος καθηγητής Μεσανατολικών Σπουδών στο Πάντειο Πανεπιστήμιο

Πέμπτη 29 Αυγούστου 2013

Χρωματίζουμε την καθημερινότητά μας με Ποίηση

Γ. Σεφέρης

Είναι παντού το ποίημα. 
Η φωνή σου καμιά φορά προβαίνει
στο πλευρό του σαν το δελφίνι 
που για λίγο συντροφεύει 
μαλαματένιο τρεχαντήρι 
μες στον ήλιο και πάλι χάνεται.
Είναι παντού το ποίημα, 
σαν τα φτερά του αγέρα
μες στον αγέρα που άγγιξαν
τα φτερά του γλάρου μια στιγμή...
Γ. Σεφέρης

Τρίτη 27 Αυγούστου 2013

Είναι σημαντικό να φανταζόμαστε τον κόσμο μετά τον καπιταλισμό

 

Από τα ζητήματα της στέγασης μέχρι τους μισθούς, ο Ντέιβιντ Χάρβεϊ υποστηρίζει ότι η εξέταση των αντιφάσεων του καπιταλισμού μπορεί να δείξει τον δρόμο προς έναν εναλλακτικό κόσμο
 

- Ετοιμάζετε το νέο βιβλίο σας «Οι δεκαεπτά αντιφάσεις του καπιταλισμού». Γιατί επικεντρώνεστε σε αυτές;

-Η ανάλυση του καπιταλισμού δείχνει ότι υπάρχουν σημαντικές και θεμελιώδεις αντιφάσεις. Σε τακτά χρονικά διαστήματα οι αντιφάσεις αυτές ξεφεύγουν από τον έλεγχο και δημιουργούν κρίσεις. Σήμερα βρισκόμαστε μέσα σε μια κρίση, και νομίζω ότι είναι σημαντικό να ρωτήσουμε «ποιες ήταν οι αντιφάσεις που μας οδήγησαν σε αυτήν;». «Πώς μπορούμε να αναλύσουμε την κρίση από την άποψη των αντιφάσεων;» Μια από τις μεγάλες ρήσεις του Μαρξ ήταν ότι «μια κρίση είναι πάντα το αποτέλεσμα υπόγειων αντιφάσεων». Ως εκ τούτου, θα πρέπει να ασχοληθούμε με αυτές, παρά με τα αποτελέσματά τους.

-Μία από τις αντιφάσεις στις οποίες επικεντρώνεστε, είναι αυτή μεταξύ της χρήσης και της ανταλλακτικής αξίας ενός εμπορεύματος. Γιατί αυτή η αντίφαση είναι τόσο θεμελιώδης για τον καπιταλισμό, και γιατί χρησιμοποιείτε την στέγαση για να το τονίσετε;

-Όλα τα εμπορεύματα πρέπει να γίνει κατανοητό ότι έχουν μια αξία χρήσης και την ανταλλακτική αξία. Αν έχω μια μπριζόλα, η αξία χρήσης είναι ότι μπορώ να την φάω, και η ανταλλακτική αξία είναι το πόσο θα έπρεπε να πληρώσω για αυτήν. Όμως η στέγαση είναι μια πολύ ενδιαφέρουσα υπόθεση, επειδή ως αξία χρήσης μπορούμε να την αντιληφτούμε ως καταφύγιο, ως ιδιωτική ζωή, ως ένα κόσμο των συναισθηματικών σχέσεων μεταξύ των ανθρώπων, μια μεγάλη λίστα από πράγματα για τα οποία χρησιμοποιείται ένα σπίτι. Στη συνέχεια, όμως, υπάρχει το ερώτημα του «πώς μπορείτε να πάρετε το σπίτι».

Κάποτε τα σπίτια χτίζονταν από τους ίδιους τους ανθρώπους και δεν υπήρχε καθόλου ανταλλακτική αξία. Στη συνέχεια, από τον 18ο αιώνα και μετά, εμφανίστηκε το κερδοσκοπικό χτίσιμο των σπιτιών, με τις πολυκατοικίες που κατασκευάστηκαν και πωλήθηκαν αργότερα. Μετά τα σπίτια απέκτησαν ανταλλακτική αξία για τους καταναλωτές, με την μορφή της αποταμίευσης. Αν αγοράσω ένα σπίτι και έχω πληρώσει το στεγαστικό δάνειο, μπορώ να καταλήξω ιδιοκτήτης του. Έτσι έχω ένα περιουσιακό στοιχείο. Ως εκ τούτου, γίνομαι πολύ ανήσυχος για τη φύση του περιουσιακού μου στοιχείου. Αυτό δημιουργεί ενδιαφέρουσες πολιτικές: «όχι στην αυλή μου», «δεν θέλω οι μετακομίσουν δίπλα μου άνθρωποι που δεν μοιάζουν με μένα», κλπ. Έτσι, αρχίζει να υπάρχει ένας διαχωρισμός στις αγορές κατοικιών, επειδή οι ​​άνθρωποι θέλουν να προστατεύσουν την αξία των αποταμιεύσεών τους. Στη συνέχεια, περίπου πριν από τριάντα χρόνια, οι άνθρωποι άρχισαν να χρησιμοποιούν την στέγαση ως μια μορφή κερδοσκοπίας. Μπορούσες να πάρεις ένα σπίτι για 200.000 λίρες, και μετά από ένα χρόνο το πουλούσες 250.000. Κέρδιζες 50.000 λίρες, οπότε γιατί να μην το κάνεις; Η ανταλλακτική αξία ανέβηκε. Υπήρξε κερδοσκοπική έκρηξη.

Το 2000, μετά την κατάρρευση των παγκόσμιων χρηματιστηριακών αγορών, το πλεόνασμα κεφαλαίου άρχισε να υπεισέρχεται και στην στέγαση. Είναι ένα ενδιαφέρον είδος αγοράς. Αν μπορώ να αγοράσω ένα σπίτι, τότε οι τιμές κατοικιών ανεβαίνουν, και λέω «αφού οι τιμές κατοικιών ανεβαίνουν θα πρέπει να αγοράσω ένα σπίτι». Στη συνέχεια κάποιος άλλος μπαίνει στο παιχνίδι και έτσι έχουμε μια στεγαστική φούσκα. Οι άνθρωποι σέρνονται μέσα σε αυτήν, και εκείνη σκάει. Τότε ξαφνικά πολλοί άνθρωποι διαπιστώνουν ότι δεν μπορούν να έχουν την αξία χρήσης των κατοικιών πια, γιατί το σύστημα ανταλλακτικής αξίας την έχει καταστρέψει. Όλο αυτό αναδεικνύει το ερώτημα «είναι καλή ιδέα να επιτραπεί η αξία χρήσης στον τομέα της στέγασης που είναι ζωτικής σημασίας για τους ανθρώπους;», «πρέπει να παραδοθεί σε ένα τρελό σύστημα ανταλλακτικής αξίας;».

Αυτό δεν είναι πρόβλημα που αφορά μόνο τη στέγαση, αλλά και διάφορα άλλα πράγματα, όπως η εκπαίδευση, η υγειονομική περίθαλψη κλπ. Σε πολλές περιπτώσεις έχουμε δημοσιοποιήσει την θεωρία για την δυναμική της ανταλλακτικής αξίας που θα καθόριζε και την αξία χρήσης, αλλά συχνά αυτή καταστρέφει τις αξίες χρήσης και οι άνθρωποι καταλήγουν να μην έχουν καλή υγειονομική περίθαλψη, εκπαίδευση, στέγαση, κλπ. Γι΄ αυτό νομίζω ότι είναι πολύ σημαντικό να εξετάσουμε τη διάκριση μεταξύ της χρήσης και της ανταλλακτικής αξίας.

- Μια άλλη αντίφαση που περιγράφετε είναι αυτή που αφορά τη διαδικασία μετάβασης, με την πάροδο του χρόνου, από την προσφορά που εστιάζει στην παραγωγή, προς τη ζήτηση που εστιάζει στην κατανάλωση στον καπιταλισμό. Θα μπορούσατε να εξηγήσετε πώς εκδηλώθηκε αυτή στον εικοστό αιώνα και γιατί είναι τόσο σημαντική;

- Ένα από τα μεγάλα ζητήματα είναι η διατήρηση επαρκούς ζήτησης στην αγορά, έτσι ώστε να απορροφηθεί ό,τι παράγει το κεφάλαιο. Το άλλο είναι η δημιουργία των προϋποθέσεων κάτω από τις οποίες μπορεί να παράγει το κεφάλαιο επικερδώς. Αυτές οι συνθήκες επικερδούς παραγωγής, συνήθως σημαίνουν την υποβάθμιση της εργασίας. Πληρώνοντας όλο και χαμηλότερους μισθούς, το ποσοστό του κέρδους ανεβαίνει. Έτσι, από την πλευρά της παραγωγής, θέλουν να συμπιέσουν την εργασία όσο γίνεται περισσότερο. Αυτό τους δίνει υψηλά κέρδη. Στη συνέχεια, όμως, τίθεται το ερώτημα, «ποιος πρόκειται να αγοράσει το προϊόν;». Εάν η εργασία συμπιέζεται, ποια είναι η αγορά τους; Αν συμπιέσουν την εργασία πάρα πολύ, θα καταλήξουν με μια κρίση επειδή δεν θα υπάρχει αρκετή ζήτηση στην αγορά για να απορροφήσει το προϊόν.

Πολλοί ερμηνεύουν το πρόβλημα της κρίσης της δεκαετίας του 1930 ως έλλειψη της ζήτησης. Υπήρχε επομένως μια στροφή προς το κράτος για να κάνει δημόσιες επενδύσεις. Είπαν «θα αναζωογονήσουμε την οικονομία από το χρέος με χρηματοδοτούμενη» ζήτηση, και με τον τρόπο αυτό, στράφηκαν στην κεϋνσιανή θεωρία. Έτσι βγήκαν από τη δεκαετία του 1930 με μια πολύ ισχυρή ικανότητα διαχείρισης της ζήτησης, και με μεγάλη εμπλοκή του κράτους στην οικονομία. Ως αποτέλεσμα είχαν πολύ υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, και οι υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης συνοδεύτηκαν από μια ενδυνάμωση της εργατικής τάξης, με την αύξηση των μισθών και με ισχυρότερες συνδικαλιστικές ενώσεις. Ισχυρά συνδικάτα και υψηλοί μισθοί σημαίνει ότι το ποσοστό κέρδους αρχίζει να κατεβαίνει. Το κεφάλαιο είναι σε κρίση όταν δεν συμπιέζει αρκετά την εργασία.

Στη δεκαετία του 1970 στράφηκαν προς τον Μίλτον Φρίντμαν και η Σχολή του Σικάγου κυριάρχησε στην οικονομική θεωρία. Άρχισε να δίνεται προσοχή στην προσφορά, ιδίως των μισθών. Σήμερα έχουμε μια συμπίεση των μισθών, η οποία άρχισε στη δεκαετία του 1970. Ο Ρόναλντ Ρήγκαν επιτέθηκε στους ελεγκτές εναέριας κυκλοφορίας, η Μάργκαρετ Θάτσερ επιτέθηκε στους ανθρακωρύχους, ο Πινοσέτ σκότωσε τους αριστερούς, κλπ. Έχουμε μια επίθεση στην εργασία, η οποία αυξάνει το ποσοστό κέρδους. Μέχρι τη δεκαετία του 1980, το ποσοστό κέρδους έχει εκτιναχτεί επειδή οι ​​μισθοί συμπιέζονται και το κεφαλαίο ευημερεί. Αλλά τότε εμφανίζεται το πρόβλημα πού θα πουλήσουν τα προϊόντα.

Στη δεκαετία του 1990, αυτό καλύπτεται από την οικονομία του χρέους. Άρχισαν να ενθαρρύνουν τους ανθρώπους να δανείζονται συνέχεια, άρχισαν να δημιουργούν μια οικονομία με πιστωτική κάρτα και με υψηλά στεγαστικά δάνεια. Έτσι κάλυψαν το γεγονός ότι δεν υπήρχε πραγματική ζήτηση. Αλλά τελικά αυτό έσκασε την περίοδο 2007-2008. Το κεφάλαιο έχει αυτό το ερώτημα: «δουλεύεις στην πλευρά της προσφοράς ή της ζήτησης;». Η άποψή μου για έναν αντικαπιταλιστικό κόσμο, είναι ότι θα πρέπει να ενοποιηθούν αυτά. Θα πρέπει να επιστρέψουμε στην αξία χρήσης. Τι αξίες χρήσης χρειάζονται οι άνθρωποι και πώς οργανώνουμε την παραγωγή ώστε να ταιριάζει με αυτές;

- Φαίνεται ότι είμαστε σε μια κρίση της προσφοράς, και η λιτότητα είναι μια προσπάθεια να βρεθεί μια λύση στο θέμα της προσφοράς. Πώς μπορεί να λυθεί αυτό;

- Θα πρέπει να γίνει διάκριση ανάμεσα στα συμφέροντα του καπιταλισμού στο σύνολό του και σε αυτό που είναι ειδικά προς το συμφέρον της καπιταλιστικής τάξης ή σε ένα τμήμα της. Κατά τη διάρκεια αυτής της κρίσης, σε μεγάλο βαθμό η καπιταλιστική τάξη έχει πάει καλά. Μερικοί από αυτούς καταστράφηκαν, αλλά ως επί το πλείστον έχουν πάει εξαιρετικά καλά. Σύμφωνα με πρόσφατες μελέτες των χωρών του ΟΟΣΑ, η κοινωνική ανισότητα έχει αυξηθεί σημαντικά από την έναρξη της κρίσης, πράγμα που σημαίνει ότι τα οφέλη της κρίσης ρέουν προς τις ανώτερες τάξεις. Με άλλα λόγια, δεν θέλουν να βγούμε από την κρίση, επειδή τα καταφέρνουν πολύ καλά μέσα σε αυτήν. Ο πληθυσμός στο σύνολό του πάσχει, ο καπιταλισμός στο σύνολό του δεν είναι υγιής, αλλά η καπιταλιστική τάξη -ιδίως μια ολιγαρχία μέσα σε αυτήν- έχει εξαιρετικά οφέλη. Υπάρχουν πολλές περιπτώσεις, όπου για να προωθήσουν τα ταξικά τους συμφέροντα οι επιμέρους καπιταλιστές μπορούν πραγματικά να κάνουν πράγματα τα οποία είναι πολύ επιζήμια για το καπιταλιστικό σύστημα στο σύνολό του. Νομίζω ότι είμαστε σε αυτό το είδος της κατάστασης αυτή τη στιγμή.

- Έχετε πει πολλές φορές ότι ένα από τα πράγματα που πρέπει να κάνουμε στην αριστερά είναι να ορίσουμε την εικόνα του κόσμου μετά τον καπιταλισμό, αρχίζοντας με το ερώτημα τι είναι ένας μετακαπιταλιστικός κόσμος. Γιατί είναι τόσο σημαντικό; Και, κατά την άποψή σας, πώς θα είναι ο μετακαπιταλιστικός κόσμος;

- Είναι σημαντικό, επειδή μας έχουν κάνει πλύση εγκεφάλου για μεγάλο χρονικό διάστημα ότι δεν υπάρχει εναλλακτική λύση. Ένα από τα πρώτα πράγματα που πρέπει να κάνουμε είναι να σκεφτούμε την εναλλακτική λύση, προκειμένου να κινηθούμε προς τη δημιουργία της. Η αριστερά έχει γίνει τόσο συνένοχη με τον νεοφιλελευθερισμό, που συχνά δεν μπορούν να ξεχωρίσουν τα πολιτικά κόμματα της από τα δεξιά, εκτός από τα εθνικά ή κοινωνικά ζητήματα. Στην πολιτική οικονομία δεν υπάρχει μεγάλη διαφορά. Πρέπει να βρούμε μια εναλλακτική πολιτική οικονομία απέναντι στο πώς λειτουργεί ο καπιταλισμός. Γι΄ αυτό και οι αντιφάσεις του καπιταλισμού είναι ενδιαφέρουσες.

Θα εξετάσουμε κάθε μια από αυτές, όπως, για παράδειγμα, την αντίφαση ανάμεσα στις αξίες χρήσης και ανταλλαγής, και θα πούμε «ο εναλλακτικός κόσμος θα είναι ένας κόσμος όπου θα έχουμε αξίες χρήσης». Έτσι, έχουμε επικεντρωθεί στις αξίες χρήσης και προσπαθούμε να μειώσουμε τον ρόλο των ανταλλακτικών τιμών. Ή στο θέμα του νομίσματος, χρειαζόμαστε χρήματα για να κυκλοφορούν τα προϊόντα, δεν μπαίνει ερώτημα σε αυτό. Αλλά το πρόβλημα με το χρήμα είναι ότι μπορεί να πιστωθεί από ιδιώτες. Γίνεται μια μορφή της προσωπικής δύναμης/εξουσίας, και στη συνέχεια μια φετιχιστική επιθυμία. Οι άνθρωποι κινούν τις ζωές τους γύρω από την αναζήτηση για χρήματα. Άρα, πρέπει να αλλάξουμε το νομισματικό σύστημα. Είτε με την φορολογία του κέρδους είτε με ένα νέο νομισματικό σύστημα. Αλλά για να γίνει αυτό θα πρέπει να ξεπεραστεί η ιδιωτική ιδιοκτησία και να καταλήξουμε σε ένα κοινό καθεστώς ιδιοκτησίας. Και σε μια δεδομένη στιγμή θα πρέπει να δημιουργήσουμε ένα βασικό εισόδημα για τους ανθρώπους, γιατί αν έχουμε μια μορφή χρήματος που είναι αντιαποταμιευτική, θα πρέπει να δοθούν εγγυήσεις στους ανθρώπους. Θα πρέπει να πούμε, «δεν χρειάζεται να αποταμιεύετε για μια δύσκολη ημέρα, επειδή πάντα θα έχετε αυτό το βασικό εισόδημα ό,τι και αν συμβεί». Πρέπει να δώσουμε στους ανθρώπους την ασφάλεια με αυτόν τον τρόπο, και όχι ιδιωτικά, με την προσωπική αποταμίευση.

Με την αλλαγή σε κάθε ένα από αυτά τα αντιφατικά πράγματα καταλήγουμε σε ένα διαφορετικό είδος κοινωνίας, η οποία είναι πολύ πιο λογική από αυτήν που έχουμε. Αυτό που συμβαίνει τώρα είναι ότι παράγουμε πράγματα και στη συνέχεια προσπαθούμε να πείσουμε τους καταναλωτές να καταναλώνουν ό,τι παράγεται, είτε το θέλουν πραγματικά είτε όχι. Θα πρέπει να ανακαλύψουμε ποιες είναι οι βασικές επιθυμίες των ανθρώπων, και στην συνέχεια να κινητοποιήσουμε το σύστημα παραγωγής για να τις ικανοποιήσει. Με την εξάλειψη της δυναμικής της ανταλλακτικής αξίας, μπορούμε να αναδιοργανώσουμε το σύνολο του συστήματος σε ένα διαφορετικό τρόπο. Έτσι, μπορούμε να ορίσουμε την κατεύθυνση μιας σοσιαλιστικής εναλλακτικής λύσης, που θα σπάσει την κυρίαρχη μορφή συσσώρευσης του κεφαλαίου που κινεί τα πάντα σήμερα.


Μετάφραση: Δημήτρης Γκιβίσης 
Πηγή: Red Pepper


Συνέντευξη με τον Ντέιβιντ Χάρβεϊ 
RED
Notebook27 Αυγούστου 2013 - 10:46 πμ | Συνέντευξη με τον Ντέιβιντ Χάρβεϊ
http://www.rednotebook.gr/details.php?id=10422

Δευτέρα 26 Αυγούστου 2013

Το άγριο ταξίδι ενηλικίωσης του Τσαρλς Μπουκόβσκι

Πότης, καβγατζής κι ελεύθερος…

Τα δεινά της παιδικής και εφηβικής του ηλικίας, που τον καθόρισαν και τον διαμόρφωσαν ως συγγραφέα, περιγράφονται στο αυτοβιογραφικό «Τοστ Ζαμπόν», το οποίο κυκλοφορεί πρώτη φορά στα ελληνικά σε μετάφραση Γιώργου-Ικαρου Μπαμπασάκη.

               Της Παρής Σπίνου      

Πότης, ερωτύλος, καβγατζής, τζογαδόρος, αθυρόστομος, περιθωριακός… είναι ορισμένοι μόνο χαρακτηρισμοί, χωρίς ίχνος υπερβολής, που συνόδευαν τον Τσαρλς Μπουκόβσκι σε όλη του τη ζωή. Αν ορισμένα από αυτά δεν είναι γραμμένα στο DNA του, αναπόφευκτα διαμορφώθηκαν κατά την παιδική και εφηβική ηλικία του, που σημαδεύτηκε από την προκατάληψη των Αμερικανών για τη γερμανική καταγωγή του, τις στερήσεις μιας οικογένειας της εργατικής τάξης, την κακοποίηση από τον πατέρα του, την παρενόχληση από τους συμμαθητές του, την παραμόρφωση των χαρακτηριστικών του από μια επώδυνη μορφή ακμής.
Αυτό το άγριο ταξίδι ενηλικίωσης, με σταθμούς τις γυναίκες, το αλκοόλ και τα βιβλία στα χρόνια της Μεγάλης Υφεσης στην Αμερική, καταγράφεται στο αυτοβιογραφικό του αφήγημα «Τοστ Ζαμπόν», που μόλις κυκλοφόρησε σε μετάφραση Γιώργου-Ικαρου Μπαμπασάκη, από τις Εκδόσεις Μεταίχμιο.


Στο τέταρτο κατά σειρά μυθιστόρημά του, λυπημένο και αστείο ταυτόχρονα, ο Μπουκόβσκι περιγράφει τα πρώιμα δεινά που τελικά τον καθόρισαν ως συγγραφέα. «Δεν ήμουν μισάνθρωπος ούτε και μισογύνης, αλλά μ’ άρεσε να είμαι μόνος. Αισθανόμουν καλά όταν καθόμουν σ’ ένα μικρό μέρος και κάπνιζα και έπινα. Πάντα μου έκανε καλή παρέα ο εαυτός μου», γράφει με την ιδιόμορφη πένα του.
Ενα αγόρι που τρέφεται από την ελευθερία της απομόνωσης, σκληρό καρύδι, με μια κρυφή ευαισθησία, μάγκας και κοκοράκι, θρασύδειλος μπανιστιρτζής και ερωτιάρης. Θαμπώνεται από τις όμορφες δασκάλες με τις μακριές γάμπες, τις δάφανες κάλτσες και τα ψηλά τακούνια, αλλά παρ’ όλες τις λεκτικές προκλήσεις δεν τολμά να τις πλησιάσει.
Στο κολέγιο όπου γράφεται για να σπουδάσει δημοσιογραφία, αηδιάζει με τα πλουσιόπαιδα με τα κουπέ αμάξια και τα κορίτσια τους με τα πολύχρωμα φορέματα. «Τους μισούσα. Μισούσα την ομορφιά τους, την αμέριμνη νιότη τους και όπως τους έβλεπα να χορεύουν μες στις μαγικές λιμνούλες από χρωματιστό φως, να κρατιούνται αγκαλιασμένοι, να νιώθουν τόσο καλά, σαν μικρά, σώα κι αβλαβή παιδιά, με όλη την τύχη δική τους· για την ώρα τούς μίσησα, ναι, τους μίσησα γιατί είχαν κάτι που εγώ ακόμη δεν το είχα, και είπα μέσα μου, και το είπα ξανά και ξανά: Κάποια μέρα θα γίνω κι εγώ ευτυχισμένος όπως εσείς, θα το δείτε».
Τα πρώτα σχολικά νταηλίκια εναλλάσσονται με σκηνές ενδοοικογενειακής βίας: ο πατέρας σκληρός, η μητέρα υπάκουη: «Ακουσα τον πατέρα μου να μπαίνει. Πάντα κοπανούσε την πόρτα, βάδιζε βαριά και μιλούσε δυνατά. Ηταν στο σπίτι. Υστερα από λίγο άνοιξε η πόρτα της κάμαράς μου. Ο πατέρας μου ήταν δυο μέτρα ντερέκι, τεράστιος (…). «Αντε λοιπόν, κατέβασε το παντελόνι σου». Κατέβασα το παντελόνι μου. «Κατέβασε τα βρακιά σου». Κατέβασα τα βρακιά μου. Μ’ άρχισε με τη λουρίδα. Το πρώτο χτύπημα πιο πολύ με τάραξε παρά με πόνεσε. Το δεύτερο με πόνεσε πιο πολύ. Στην αρχή καταλάβαινα την ύπαρξη των τοίχων, της τουαλέτας, της μπανιέρας. Στο τέλος δεν καταλάβαινα, δεν έβλεπα τίποτα».
Δεν φαντάζεται όμως το μαρτύριο που θα περάσει, όταν μια ακραία μορφή ακμής σκεπάζει το πρόσωπο και το σώμα του, και γίνεται αντικείμενο πειραματισμών με τρυπήματα από χοντρές βελόνες στο νοσοκομείο. «Η χειρότερη περίπτωση ακμής στην πόλη, αυτό ήμουν. Είχα σπυριά και δοθιήνες σε όλο μου το πρόσωπο, στην πλάτη, στον λαιμό, ακόμα και στο στήθος. Συνέβη πάνω που άρχισα να περνιέμαι για σκληρός τύπος και για αρχηγός. Αναγκάστηκα να παραμερίσω. Τώρα παρακολουθούσα τους ανθρώπους από μακριά, λες και έβλεπα κανένα θεατρικό έργο».
Κι όμως, όλη αυτή η περιπέτεια είχε τα θετικά της. Καταφεύγοντας στη δημόσια βιβλιοθήκη ανακάλυψε τα βιβλία του Ντ.Χ. Λόρενς, του Χάξλεϊ, του Ντον Πάσος, του Χέμινγουεϊ: «Μεγαλείο. Οι λέξεις δεν ήταν ανιαρές, οι λέξεις ήταν πράγματα, οι λέξεις έκαναν το μυαλό σου να σιγοτραγουδάει. Αν τις διάβαζες και αφηνόσουν στη μαγεία τους, μπορούσες να ζήσεις χωρίς πόνο και να ’χεις ελπίδες, ό,τι κι αν σου συνέβαινε».
Ο Τσαρλς Μπουκόβσκι γράφει για τους άσχημους, τους μοναχικούς, τους τρελούς. Αυτούς που συναναστρέφεται. Για τον ίδιο του τον εαυτό. «Γύρω μου συνάζονταν οι αδύναμοι κι όχι οι δυνατοί, οι άσχημοι κι όχι οι όμορφοι, οι χαμένοι κι όχι οι κερδισμένοι. Ηταν, θαρρείς, το πεπρωμένο μου να ταξιδεύω παρέα με τέτοια φάρα σ’ όλη μου τη ζωή. Δεν με πείραζε αυτό τόσο πολύ όσο το ότι αυτοί οι βαρεμένοι βλάκες με έβρισκαν ακαταμάχητο. Ημουν σαν μια σβουνιά που μάζευε τις μύγες κι όχι σαν λουλούδι που ποθούσαν να ’ναι σιμά του και οι πεταλούδες και οι μέλισσες».
Οπως σημειώνει ο Γιώργος-Ικαρος Μπαμπασάκης στο επίμετρο της έκδοσης: «Οι εξεγερμένοι νέοι της Αμερικής, αλλά κυρίως της Ευρώπης, τον αγάπησαν, τον αγκάλιασαν, τον αναγόρευσαν σε έναν από τους πιο θρυλικούς ήρωές τους. Ηταν ένας άδολος παρίας και έγραψε θαυμάσια ποιήματα και βραχνά πεζογραφήματα για τους άδολους παρίες. «Η αγάπη είναι ένας σκύλος απ’ την Κόλαση», έλεγε και αμέσως μετά κατέφευγε στην πρώτη πρόθυμη αγκαλιά». Γεννήθηκε στις 16 Αυγούστου του 1920 στο Αντερναχ και πέθανε στις 9 Μαρτίου του 1994 στο αγαπημένο του Λος Αντζελες.


__________________
p.spinou@efsyn.gr